Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011

Συνε΄ντευξη του Οδυσσέα Ιωάννου (εφημερίδα "Πυξίδα" - Μάιος 2008)


Συνέντευξη στον Αντώνη Περιβολάκη

(Η συνέντευξη πάρθηκε όταν ο Οδυσσέας Ιωάννου ήταν ακόμα διευθυντής του Μελωδία FM. Έφυγε από αυτή τη θέση τον Αύγουστο του 2010.)

Πυξίδα: Πες μας λίγο την ιστορία σου στο χωρο του τραγουδιου

Οδυσσέας Ιωάννου Η ιστορία ξεκινά από τα παιδικά μου χρόνια που , ειδικά τη νύχτα. Άκουγα φανατικά πάρα πολλές ώρες το Δεύτερο Πρόγραμμα. Μάλιστα άκουγα στο κρεββάτι κρυφά κάτω από τις κουβέρτες με ένα μικρό ραδιοφωνάκι. Δεν είχα σκοπό να κάνω ποτέ ραδιόφωνο, ούτε είχα σκοπό να γράψω ποτέ τραγούδια. Αγαπούσα το ελληνικό τραγούδι πάρα πολύ αλλά εξίσου αγαπούσα και το ραδιόφωνο. Είναι κάτι που συνηθίζω να λέω ότι για να κάνεις μουσική εκπομπή δεν αρκεί να αγαπάς το τραγούδι, πρέπει εξίσου να αγαπάς και το μέσο που λέγεται ραδιόφωνο. Το μέσο αυτό έχει κάποιους πολύ συγκεκριμένους κώδικες που οφείλεις να τους σεβαστείς και να κοιτάξεις να εξελίξεις ο,τι μπορείς. Έγιναν λοιπόν , όλα, εντελώς τυχαία. Έκανε ένα διαγωνισμό για νέους υποψήφιους συντάκτες το περιοδικό Μουσική το 1986, ήμουνα πρωτοετής τότε στην ΑΣΟΕΕ, μόλις 18 χρονών. Ο διαγωνισμός αφορούσε πολλές κατηγορίες όπως ξένο τραγούδι, ελληνικό τραγούδι κλπ. Έστειλα ένα κείμενο τότε για το ελληνικό τραγούδι και το κείμενο βγήκε πρώτο. Το βραβείο ήταν να ξεκινήσω να γράφω στο περιοδικό, συνεντεύξεις, κριτικές και τέτοια. Ξεκίνησα να γράφω λοιπόν το ’86 και μια χρονιά αργότερα μπήκα στο Ριζοσπάστη όπου ανέλαβα τη σελίδα του ελληνικού τραγουδιού. Παράλληλα σε συνεργασία με τον Στάθη Σταυρόπουλο (τον γνωστό δημοσιογράφο και σκιτσογράφο Στάθη) αναλάβαμε μια σελίδα στον Κυριακάτικο Ριζασπάστη όπου εγώ έγραφα ένα κείμενο για το ελληνικό τραγούδι και ο Στάθης το εικονογραφούσε. Το 1989 έγινε ο 90,2 Αριστερά στα FM ο οποίος στελεχώθηκε από 15 ανθρώπους του Ριζοσπάστη όπως ο Δημήτρης ο Δανίκας, ο Νίκος ο Χουλιάρας και διάφοροι άλλοι. Μου ζητήθηκε, λοιπόν ,να δοκιμάσω να κάνω μις εκπομπή ενώ συνέχισα παράλληλα στο Ριζοσπάστη για 2-3 ακόμα χρόνια. Μου πρότειναν μια εκπομπή για το ελληνικό τραγούδι, κάθε μέρα στις 8. Μάλιστα την εκπομπή μου την πρότεινε ο Δημήτρης ο Δανίκας στον οποίο χρωστάω την ένταξή μου και στον Ριζοσπάστη αλλά και στον 902. Δεν θα ξεχάσω πως ο Δανίκας μου είπε τότε «θα σου δώσω, μικρέ, μια εκπομπή επειδή σε γουστάρω. Αλλά επειδή εσύ δεν θα κάνεις ποτέ σου ραδιόφωνο (!) μιας και είσαι … ταχύγλωσσος, μην στενοχωρηθείς όταν μετά από 2 εβδομάδες σε σταματήσω. Απλά σου ανοίγω μια πόρτα για να μη λες ότι δεν σου ανοίχτηκαν οι πόρτες…» Του είπα «εντάξει, άνοιξέ μου εσύ την πόρτα και βλέπουμε». Και από τότε μέχρι σήμερα έχω κλείσει ακριβώς 19 χρόνια κάθε μέρα την ίδια ώρα. Στον 902 έμεινα μέχρι το καλοκαίρι του ’91 που έγινε η διάσπαση του ΚΚΕ. Τον Σεπτέμβρη του 1991 ξεκινάει ο Μελώδία που δημιουργήθηκε από αποχωρήσαντες παραγωγούς του 902 και από παραγωγούς του ΣΚΑΪ. Τέλος, το ’91 ή το ’92, γράφω το πρώτο μου τραγούδι, πάλι με προτροπή άλλου, δηλαδή του Διονύση του Τσακνή. Ήταν το "Ζεϊμπέκικο της Πατησίων", ένα τραγούδι για ένα δρόμο αναφοράς στη ζωή μου. Εκεί μεγάλωσα, εκεί κοντά ήταν το σχολείο μου, εκεί ήταν και το Πανεπιστήμιό μου. Όλα γινόντουσαν μεταξύ Πατησίων και Αχαρνών. Ήταν ένα τραγούδι που το τραγούδησε η Βούλα Σαβίδη. Είχα δώσει άλλα δύο τραγούδια στον Διονύση για εκείνον το δίσκο. Αυτό ήταν: είχε γίνει η αρχή. Έτσι γράφω και σήμερα τα τραγούδια. Ποτέ δεν γράφω πολλά. Δεν έχω δισκογραφήσει ποτέ πάνω από 5 μέσα σε ένα χρόνο με εξαίρεση το 1999 στο δίσκο με τον Θάνο Μικρούτσικο και τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου που κάναμε τη «Θάλασσα στη Σκάλα». Γενικά, δεν γράφω τραγούδια παρά μόνο μετά από παραγγελία. Δεν έχω τίποτα στο συρτάρι μου. Μαζεύω πράγματα από γύρω μου αλλά ποτέ δεν γράφω ένα τραγούδι για να το γράψω και μόνο, δηλαδή για πάρτη μου. Αντιθέτως, γράφω πολλά πεζά, πολλά κείμενα.

Πότε έγινες διευθυντής του Μελωδία;
Διευθυντής έγινα στο τέλος του 2000.

Ποια θεωρείς ότι είναι η πιο σημαντική σου συνέντευξη;
Ναι, δεν έχω μία, αλλά σαφώς έχω στο μυαλό μου ότι έχω κάτσει αρκετά 5ωρα στο πάνω δωματιάκι στο σπίτι του Μίκη Θεοδωράκη απέναντι από την Ακρόπολη και έχουμε κάνει πάρα πολλές συζητήσεις – συνεντεύξεις είτε για τον 902 είτε για τον Μελωδία. Δηλαδή θυμάμαι πως είχαμε καθίσει 5-6 απογεύματα και μου μιλούσε, σηκωνόταν έπαιζε κάτι στο πιάνο, μετά συνεχίζαμε την κουβέντα… Και άφηνα όλες αυτές τις ώρες το μαγνητοφωνάκι ανοιχτό και μετά μοντάραμε στο στούντιο για να μεταδώσουμε ένα μέρος του υλικού. Αυτές λοιπόν τις συζητήσεις τις θεωρώ πολύ σημαντικές γιατί ανάμεσα στα άλλα τον λατρεύω, ως δημιουργό, τον Μίκη. Από εκεί και πέρα έκανα συνεντεύξεις με όλους όσους από τους ζώντες, θα ήθελα να κάνω. Δεν έχω κανένα απωθημένο. Σαφώς θα ήθελα να είχα κάνει με τον Λοΐζο και τον Χατζιδάκι αλλά δεν τους πρόλαβα… Μοναδικό απωθημένο έχω δύο ηθοποιούς: τον Θανάση Βέγγο και τον Ντίνο Ηλιόπουλο. Για τον πρώτο έχω περιθώριο ακόμα για τον Ηλιόπουλο προφανώς όχι. Ήθελα πάρα πολύ με αυτούς τους δύο ηθοποιούς και δεν κατάλαβα γιατί τόσα χρόνια δεν το έκανα.

Εγώ, για να πω την αλήθεια, περίμενα να μου αναφέρεις στις σημαντικότερες συνεντεύξεις και αυτήν με τον Νικόλα Άσιμο. Μια συνέντευξη που και ο ίδιος ο Άσιμος την θεωρούσε ως την πιο ολοκληρωμένη συνέντευξη που έχει δώσει.
Α, ναι! Την είχα ξεχάσει αυτή. Κοίταξε να δεις, αυτή η συνέντευξη ήταν η τελευταία της ζωής του. Τη θεωρούσε σημαντική και ο ίδιος επειδή δεν του έκοψα τίποτα. Μάλιστα, είχε βγει στην πλατεία Εξαρχείων και καλούσε τον κόσμο να αγοράσει το περιοδικό Μουσική επειδή σε αυτήν δεν του είχαμε λογοκρίνει ούτε λέξη. Τώρα για να πούμε την αλήθεια, ο λόγος για τον οποίο δεν σου την ανέφερα από την αρχή την συνέντευξη αυτή, είναι επειδή θεωρώ πως ο Άσιμος είναι λίγο … υπερτιμημένος. Ας μην γελιόμαστε, μιλάμε για έναν πολύ ευαίσθητο άνθρωπο ο οποίος έχει γράψει πέντε, στην κυριολεξία τραγουδάρες, δέκα σημαντικά τραγούδια και πολλά αδιάφορα. Δηλαδή ο Νικόλας απέκτησε και έχει ακόμα μια φήμη που δεν έχει να κάνει τόσο με τη δουλειά του αυτή.

Νομίζω ότι είναι περισσότερο η συνολική του στάση, σωστά;
Ναι, σωστά. Για μένα, πάντως αυτή η συνέντευξη ήταν κάτι τυχαίο. Μόλις είχε βγει ο δίσκος «Χαιρετίσματα» του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, ήμουνα πιτσιρικάς, και το περιοδικό με είχε στείλει να πάρω μια συνέντευξη από τον Άσιμο μιας και ο δίσκος περιείχε και δικά του τραγούδια. Σαφώς θυμάμαι, επίσης, πολύ ωραίες στιγμές με τον Παύλο Σιδηρόπουλο που τον ήξερα από τα 18 μου χρόνια και πηγαίναμε μαζί στο Rodeo και κουβεντιάζαμε. Θυμάμαι, λοιπόν την μέρα που πέθανε ο Σιδηρόπουλος 6 Νοέμβρη του 1990 και εγώ ήμουνα στον 902 και έκανα εκπομπή αφιέρωμα στον Σιδηρόπουλο. Θυμάμαι πως έκανα την εκπομπή και με παίρνουν στο τηλέφωνο από τη γραμματεία του σταθμού και μου λένε πως με ζητάνε από το σπίτι του Σιδηρόπουλου. Εκείνη την ώρα μου κόβονται τα πόδια γιατί νόμισα πως έχω κάνει κάτι κακό. Αναρωτήθηκα εκείνη την ώρα μήπως είπα κάτι άκομψο, μήπως είπα κάτι κακό, κάτι που τους ενόχλησε… Ήταν λοιπόν στο τηλέφωνο η αδελφή του Παύλου και μου λέει «είμαστε εδώ … δίπλα στη σωρό του Παύλου … και ακούμε την εκπομπή…» Καταλαβαίνεις … ότι με πολύ ζόρι συνέχισα την εκπομπή μετά από αυτό, μου είχαν κοπεί τα πόδια από την ταραχή και τη συγκίνηση. Δεν θα ξεχάσω επίσης ότι την ώρα που έκανα εγώ εκπομπή μαθαίνω για το θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι. Κι εκείνη τη ώρα μπορεί να σε πιάνει μια επαγγελματική διαστροφή να το διασταυρώσεις, μην τυχόν και γίνει κανένα λάθος και … πεθάνεις τον Χατζιδάκι πριν την ώρα του και μετά πρέπει να αφήσεις τον εαυτό σου ελεύθερο να πεις πέντε πράγματα που να μην είναι ούτε μπαρούφες, είσαι στον αέρα, εξάλλου ούτε να είναι ανακριβή. Θυμάσια πολλά πράγματα για αυτόν, πότε γεννήθκε, που γεννήθηκε κ.λ.π. που όμως είναι πράγματα βιογραφικά. Στα 15 λεπτά που απομένουν για τη εκπομπή πρέπει να πεις κάτι για τον Χατζιδάκι που μόλις πέθανε. Και είσαι μόνος σου στον αέρα, κανείς άλλος. Καταλαβαίνεις ότι αυτές είναι δύσκολες στιγμές. Νομίζω ότι είναι από τις δυσκολότερες στιγμές που έχω ζήσει «στον αέρα».

Πες μου μερικές πολύ ωραίες στιγμές που έχεις ζήσει «στον αέρα» .
Κοίτα είναι εκπομπές που δεν έχουν να κάνουν άμεσα με το ελληνικό τραγούδι. Θυμάμαι, ας πούμε, εκπομπές με καλεσμένους από ομάδες απεξάρτησης. Πολύ ωραίες εκπομπές. Δηλαδή περισσότερο θυμάμαι εκπομπές που κατά κάποιο τρόπο τις θεωρώ «προίκα» μου και που δεν περίμενα ότι θα τις έκανα εγώ. Το αν φέρεις κάποιον του ελληνικού τραγουδιού είναι προβλέψιμο, αλλά το να φέρνεις, ας πούμε, σαράντα άτομα από μια τάξη του Μουσικού Γυμνασίου Παλλήνης είναι εμπειρία και γεγονός μαζί. Έμπαιναν ανά τρεις μέσα, με τα ούτια τους, με τους τζουράδες τους παίζανε τραγούδια και φεύγανε. Μια άλλη σημαντική εκπομπή ήτανε με τον Θάνο Μοκρούτσικο που ψάχναμε 40 ακροατές του Μελωδία για να φτιάξουμε ένα CD με απαγγελίες ποιημάτων του Καρυωτάκη. Και παρέλασαν τότε διακόσια άτομα περίπου και καταλήξαμε σε σαράντα που έκαναν τελικά αυτές τις απαγγελίες σε μουσικές συνθέσεις που έκαναν γνωστοί φίλοι μουσικοί.

Οι στίχοι σου είναι βιωματικοί;

Κοίτα, σε αυτήν την ερώτηση, την οποία παρεμπιπτόντως, την κάνω συχνά κι εγω σε καλλιτέχνες, δεν μπορώ να απαντήσω διότι νομίζω ότι δεν έχει νόημα.

Θυμάμαι το στίχο «μετράει το ύψος του που πόντο – πόντο χάνει» στο τραγούδι «μικρές νοθείες».. Αυτό δεν είναι βιωματικό;
Κοίτα, αυτό το τραγούδι είναι γραμμένο για τον Άλκη Αλκαίο που έχει μια ασθένεια σαν αυτή που ταλαιπωρεί τον αστροφυσικό Stephen Hawking. Μαζεύει χρόνο με το χρόνο, μαζεύει, μαζεύει… Το συγκεκριμένο τραγούδι ξεκίνησε να γράφεται χωρίς να έχω κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου αλλά συνειδητοποίησα ότι ταιριάζει απόλυτα στον Άλκη Αλκαίο και του το χάρισα. Και αυτό ήρθε ως αντίδωρο σε ένα τραγούδι που είχε γράψει αυτός για μένα το 1996 στο δίσκο «Στου αιώνα την Παράγκα», ήταν το τραγούδι «για μια Ντολόρες». Θυμάμαι ότι μου το ανακοίνωσαν αυτό όσο ήμουν φαντάρος στη Λάρισα στη σκοπιά, μάλιστα σε μια περίοδο που δεν ήμουν και στα καλύτερα μου. Αυτή του η κίνησε με έκανε να αναθαρρήσω. Έγραψα, λοιπόν, αυτόν το στίχο για έναν άνθρωπο που στην ουσία, ό,τι έχει γράψει, το έχει ονειρευτεί, και λίγα πράγματα έχει ζήσει. Αλλά τα έχει ονειρευτεί με έναν τέτοιο τρόπο σαν να τα έχει ζήσει, δηλαδή δεν είναι ψεύτικα.

Νομίζω πως τα περισσότερα τραγούδια σου έχουν μια κοινή θεματική. Μοιάζουν σαν να λες πως ζεις σε ένα όνειρο που σβήνει. Είναι έτσι;

Θα μπορούσε να είναι έτσι μιας και δεν είμαι και ιδιαίτερα αισιόδοξος άνθρωπος. Θεωρώ πως ο αισιόδοξος και ο απαισιόδοξος βλέπουν ο καθένας και λένε τη μισή αλήθεια. Και οι δύο έχουν δίκιο, κανείς δεν είναι ψεύτης. Δηλαδή αν αναλογιστείς ότι η κοινή μοίρα όλων μας είναι να μεγαλώσουμε, να πονέσουμε, να αρρωστήσουμε, να κηδέψουμε τους γονείς μας, να κηδέψουμε φίλους να γεράσουμε και να πεθάνουμε, δεν καταλαβαίνω τη φράση «για το μέλλον είμαι αισιόδοξος». Το κλειδί είναι να κάνουμε τώρα ο,τι μπορούμε κι ας ξέρουμε όλοι οι άνθρωποι το προδιαγεγραμμένο (μαύρο) μέλλον μας. Με αυτήν την έννοια, αφού δημιουργώ καθημερινά και κάνω πράγματα θα μπορούσε κάποιος να με πει αισιόδοξο. Για το μέλλον, σαφώς και δεν είμαι. Πάντως η λύπη, η μελαγχολία είναι πηγή δημιουργίας και αυτή. Ξέρω πολύ κόσμο που φωνάζει στο μικρόφωνο πόσο καλά περνάει και προσπαθεί να μας πείσει γι΄ αυτό και μετά πάει στον ψυχαναλυτή.

Υπήρξαν φορές που είπες «θε μου ας μην ήμουν πια εδώ μέσα», και εννοώ στη θέση που έχεις σαν διευθυντής του Μελωδία;

Ναι,. Υπήρξαν φορές. ¨Ένιωθα το βάρος ενός ανθρώπου που έχει στα χέρια του τις τύχες σαράντα ανθρώπων όσον αφορά τη δουλειά τους και τις οικγένειές τους Και μόνο αυτό είναι αρκετό για να έχεις στο μυαλό σου ότι το μαγαζί πρέπει να πηγαίνει καλά. Υπήρξαν φορές που ένιωσα ότι Έχω δώσει πάρα πολύ σε αυτόν το σταθμό, και έχω πάρει βέβαια, αλλά ένιωσα κάποιες φορές ότι ψυχολογικά δεν μπορώ άλλο, έχω φτάσει στα όριά μου, ότι θέλω να είμαι λίγο πιο χαλαρός να κάνω πράγματα για μένα και να μην μου ζητάνε όλοι ένα θαύμα… Είμαι και από τη φύση μου άνθρωπος που όταν πω ότι αναλαμβάνω μια ευθύνη την αναλαμβάνω στο ακέραιο και δεν τη βλέπω απλά ως μια δουλειά…

Προετοιμάζεις τις εκπομπές σου;

Παλιά ναι, όχι τώρα πια. Θεωρώ πως όταν κάνω κάθε μέρα μια δίωρη εκπομπή πρέπει ο λόγος σου να μη είναι ετοιμασμένος, πρόζα. Πρέπει να είναι και λίγο «τι ακούσαμε τώρα…»

Πόσο επηρεάζουν οι ακροατές την εκπομπή σου;
Πολύ λίγο. Αν σκεφτείς ότι μ ε βάση τις μετρήσεις την εκπομπή την ακούν στην Αθήνα περίπου 40 χιλιάδες άνθρωποι, και αν δεν έχεις δώσει προσκλήσεις ή δώρα ή διαγωνισμό ο μέσος όρος των SΜS που καταφθάνουν είναι γύρω στα σαράντα σε κάθε εκπομπή σημαίνει ότι 39960 δεν σε παίρνουν τηλέφωνο, συνεπώς δεν πρέπει να επηρεάζεσαι από 40 μηνύματα για να κάνεις εκπομπή. Πρέπει να βγεις και να παίξεις με την αλήθεια σου και η αλήθεια σου να βγει και να βρει συνοδοιπόρους εκεί έξω.

Ποιο το μέλλον του ελληνικού τραγουδιού;
Δεν με απασχολεί. Με απασχολεί το μέλλον το δικό μας. Θεωρώ ότι το ελληνικό τραγούδι θα εκφράσει την πορεία τη δική μας. Αν το δικό μας μέλλον δεν είναι καλό λίγο με νοιάζει το μέλλον του τραγουδιού. Θεωρώ πως αν δεν βγεις στο δρόμο εκφράζοντας έτσι νέες συλλογικότητες που θα διεκδικούν κάτι καλύτερο, τότε το τραγούδι δεν πρόκειται να αλλάξει. Το τραγούδι λέει πάντα αυτό που είμαστε, αυτό που έχουμε. Κανένα καλλιτεχνικό ρεύμα δεν δημιούργησε ποτέ επαναστάσεις. Το τραγούδι πάντα ακολουθεί τις καταστάσεις.

Ποια είναι τα επόμενα βήματά σου;
Α! δεν ξέρω, δεν μου αρέσει να σχεδιάζω, έχω … αναπηρία ενστίκτου. Με νοιάζει μόνο να έχω ένα βήμα να εκφράζομαι. Και αυτή είναι μια βασική ανάγκη και πολλών νέων ανθρώπων που περιμένουν να τους ανοίξει μια πόρτα για να δώσουν αυτό που έχουν. Θεωρώ τον εαυτό μου ευλογημένο που μου δόθηκαν από τη ζωή τόσες ευκαιρίες για να κάνω ο,τι μπορούσα, έκανα τιςκαλύτερες εκπομπές που θα μπορούσα, έγραψα ο,τι καλύτερο θα μπορούσα στο χώρο του τραγουδιού, στο χώρο του βιβλίου, καμία πόρτα δεν μου έκλεισε. Άρα το μόνο που με νοιάζει για το προσωπικό μου μέλλον είναι το να είμαι υγιής και να μπορώ πάντα να έχω ένα βήμα είτε στο μικρόφωνό, είτε στο στίχο είτε στο χαρτί. Αυτό μετρά ει για μένα και μακάρι αυτήν την τύχη να την έχουν όλοι οι νέοι που έχουν κάτι να δώσουν παραέξω. Το να μην έχεις μια πόρτα να σου ανοίγει, αυτή είναι η μεγάλη αδικία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: