Τρίτη 3 Ιουλίου 2007

Η Διοτίμα στον Αστερισμό των Διδύμων


Όταν σταμάτησε να ακούει τους ήχους
Άρχισε να ακούει και πάλι τις λέξεις
Είδε πως η σιωπή ήταν θόρυβος
Κι ας νόμιζε για χρόνια πως έβρεχε με σβηστά τα κανάλια
Άκουγε τη ανάσα της από τα σκοτεινά της μάτια
(Οι κόρες των Λάμψεων μύριζαν Χώμα, Αλάτι και Μετέωρο)
Το τρεμάνο πανώχειλο έσειε τη ραχοκοκαλιά του
Μάζευε ένα - ένα τα κομμάτια του κολλάζ
Ενόσω Αυτή μάζευε τα κομμάτια μας
Από τη μεγαλύτερη αγκαλιά που άνοιξε στον κόσμο
Πάσχιζε να τιθασεύσει τα πετάγματα των καυτών ανέμων
Που βγήκαν γυμνοί από τις λίθινες χαρακιές
Νύχια καμωμένα από αλαβάστρινο νέκταρ και χυμό μανδραγόρα
Ενέχυρο για τις εκτινάξεις του σώματος
Για τις διαθλάσεις του νου
Για τις παραμορφωμένες κοιλάδες που ζούσαν οι σφήκες
Έφτιαξαν γλυκόπιοτο μέλι
Αφήνοντας αμήχανες τις μέλισσες
Κι ύστερα κείτονταν πια νεκρές αφήνοντας το μήνυμα
Της θολερής παιδικής ανάμνησης
Πως η Πούλια είναι αστερισμός.
Ήρθα τρεις φορές
Και θα το τελειώσω όπως τάχθηκα από το Άλεφ να το τελειώσω
Άλλωστε, ως πότε θα χορεύω στα Δίδυμα Φεγγάρια;