
Ένιωσε χνούδια να του γαργαλάνε τα δάχτυλα
Έσταζε σιωπή ο χώρος
Έτσι όπως άπλωσε την ανάσα του εκτεταμένη στο φως
νόμιζε πως η ζωή κέρδιζε σε μήκος
Οι σκιές του δωματίου ανίχνευαν το ζωηρό σώμα του
καθώς η ανάμνησή τους συνέλεγε σαν μέλισσα
το φως που έμπαινε από το πλινθόχτιστο χαγιάτι
Του ΄ρθε να κλειδώσει μέσα του όλες τις σκέψεις
και τα πράγματα του κόσμου κι άρχισε
ο δεξιός δείκτης να κάνει αναπαίσθητες διπλές κινήσεις
λες και τα μάζευε στο είναι του με "αντιγραφή - επικόλληση"
τα οικεία και ανοίκεια βλέμματα.
Ένιωσε έτοιμος και ασφαλής
Έστρεψε το πρόσωπο ενενήντα μοίρες προς τα πάνω
Η στέγη του ανασηκώθηκε, τον χαιρέτησε
και πέταξε για πάντα στο Βορρά.