Πέμπτη 14 Ιουνίου 2007

και η Καυτή Αμμος έγινε Χιόνι...


Γυμνό ηλεκτροφόρο καλώδιο η σχισμή σου
Γέννησε τα πάθη των δυο, των τεσσάρων, των τριων
Και φούρκισε τις καρωτίδες μας
Μοιάζαμε ξεκρέμαστοι
Χωρίς δέρμα μέσα στο δέρμα μας
Και γυρέψαμε τα σωθικά
Μελιστάλακτα θαρείς τα κομμάτια τους
Κεχριμπαρένια και ηλεκτρικά
Η τελευταία κλαγγή των ψιθύρων
Ηρθε ο Χορός μετά
Και οι μουσικές του πάφλασαν στα δάχτυλά μας
Και έγιναν ρίγος και Δάκρυ της Στυγός
"Τελείωσέ το..." ζητά με σωφροσύνη
Αυτή που δεν δίνεται και δεν δύναται
Όμορφα μας έδειξες τις αιχμές σου
Πονάνε τα βαθουλώματά σου
Πόσος Πόνος Θεέ μου!!!
Και μας λίκνισες σε χαράκια της μνήμης
Σε αμμόλοφους της ταπεινής απεραντοσύνης σου
Μας έστειλες να ξαποστάσουμε με τους αλαφροίσκιωτους
Να χαράξουμε μέσα από σφάκες το δρόμο μας
Να προλάβουμε να καταπιούμε το σάλιο μας
Πριν καμωθούμε πως απολαμβάνουμε το καλοκαιρινό κρασί
Ανάσα Πικρή, δίκοπο άγγιγμα πιο στυφό και απ΄ το γλυκύτερο φιλί
Γιατί δεν μου είπες Πανωραία πως είσαι στη λίγωση;
Θα σε περιμένω στις τέσσερις
Αν δεν περάσεις γιάνε με σάλιο το κορμί σου
Και με αισθήσεις τις οσμές μου
Διοτίμα, στη λυγιασμένη διχάλα σου ανάσανες
πως οι μυρωδιές της αγάπης
είναι ίδιες
στο τρεμάμενο στάχυ και στα σωθικά!

Τα σέβη μου